Category Archives: Σπουδαίοι Φωτογράφοι

Μερικοί από τους σημαντικότερους φωτογράφους στην ιστορία της Φωτογραφίας. Τμήμα των σχετικών βιβλίων μου.

Nobuyoshi Araki – Νομπουγιόσι Αράκι

Nobuyoshi Araki – Νομπουγιόσι Αράκι Φωτογράφος

O Nobuyoshi Araki γεννήθηκε στο Τόκιο της Ιαπωνίας στις 25 Μαΐου του 1940. Είναι μια εντελώς ξεχωριστή περίπτωση στην παγκόσμια φωτογραφία. Είναι γνωστός στον κόσμο της τέχνης με σκέτο το επίθετο του, Araki . Σπούδασε φωτογραφία και κινηματογράφο στο Chiba University από το 1959 μέχρι το 1963. Μετά την αποφοίτηση του εργάστηκε στη διαφημιστική εταιρεία Dentsu όπου το 1968 γνώρισε τη μελλοντική σύζυγο του την κειμενογράφο Yōko Aoki. Η Yōko Aoki έπαιξε σπουδαίο ρόλο στην κατεύθυνση που πήρε το προσωπικό καλλιτεχνικό φωτογραφικό έργο του Araki. Η πρώτη προσωπική του δουλειά ήταν φωτογραφίες από τον μήνα του μέλιτος όταν παντρεύτηκε με την γυναίκα του. Το portfolio με τίτλο Sentimental Journey (1971). Αυτή η πρώτη παρουσίαση της κοινής τους ζωής μέσα από τις φωτογραφίες του ολοκληρώθηκε με το Sentimental Journey “1972–1992” που ήταν στην πραγματικότητα ένα φωτογραφικό ημερολόγιο που περιελάμβανε φωτογραφίες της γυναίκας του, αυτοπορτραίτα , αλλά και φωτογραφίες των δύο τους να κάνουν έρωτα.

O Nobuyoshi Araki έχει εκδώσει πάνω από 500 φωτογραφικά λευκώματα. Πάρα πολλά από αυτά είναι λευκώματα που τα έχει δημιουργήσει ο ίδιος με ένα φωτοαντιγραφικό μηχάνημα σε λίγα αντίτυπα. Αυτά τα χειροποίητα λευκώματα που έφτιαχνε την δεκαετία του 70′, τα έστελνε σε κριτικούς τέχνης αλλά και τυχαίες διευθύνσεις που έβρισκε στον τηλεφωνικό κατάλογο. Έχει ασχοληθεί με διάφορα θέματα κατά την διάρκεια της ζωής του και σε ασπρόμαυρο και σε έγχρωμο. Από καθαρή φωτογραφία δρόμου, όπως οι εκπληκτικές φωτογραφίες παιδιών, μέχρι φύση, ουρανούς, νεκρή φύση και λουλούδια, αλλά και τις φωτογραφίες που τον έκαναν διάσημο. Γυμνά που κινούνται σε μια τεράστια γκάμα μιας και έχει κάνει γυμνά από απλές ασπρόμαυρες φωτογραφίες που φαίνονται σαν ερασιτεχνικές λήψεις, μέχρι άψογα σκηνοθετημένες και φωτισμένες φωτογραφίες με φανερές ή λιγότερο φανερές διάφορες επιδράσεις. Από την ιαπωνική ζωγραφική παράδοση Shunga, που είναι εικονογράφηση ερωτικών περιπτύξεων, μέχρι σαδομαζοχιστικές αναφορές καθώς και εικονογράφηση σκηνών Bontage (τελετουργικό δέσιμο με σκοπό την σεξουαλική ικανοποίηση).

Είναι προφανές ότι η τόσο προκλητική φωτογραφική τέχνη του Nobuyoshi Araki έχει δημιουργήσει πολλές αντιδράσεις και έχει κατηγορηθεί σαν αφελής και πορνογραφική (παρόλο που και ο ίδιος χαρακτηρίζει το έργο του πορνογραφικό και δεν βρίσκει κάτι κακό σε αυτό). Βέβαια κανείς δεν μπορεί να σταθεί αδιάφορος μπροστά στις εικόνες του Araki και πιστεύω πως έχουν άδικο όσο στέκονται μόνο στο πιο δημοφιλές κομμάτι του έργου του που είναι αυτά τα σαδομαζοχιστικά γυμνά, καθώς έχει ένα τεράστιο έργο (μόνο οι φωτογραφίες με τη γάτα του την Chiro που πέθανε σε μεγάλη ηλικία το 2010 θα μπορούσαν να γεμίσουν πολλά φωτογραφικά λευκώματα). Ο Nobuyoshi Araki είναι ιδιαίτερα αγαπητός στον χώρο της σύγχρονης τέχνης και αγαπημένο παιδί των μουσείων και των gallery, αλλά και σύγχρονων καλλιτεχνών όπως η τραγουδίστρια Björk, η καλλιτέχνης και μοντέλο Saskia de Brauw αλλά και η Lady Gaga, που όλες με άνεση έχουν ποζάρει μπροστά στον φακό του Araki ακόμη και σε πολύ προκλητικές πόζες. Από τα παραπάνω από 500 λευκώματα του έχω ξεχωρίσει μια έκδοση του 2005 από τις εκδόσεις Phaidon που έχει τίτλο “Self, Life, Death” σε επιμέλεια Akiko Miki με αρκετά χαρακτηριστικές φωτογραφίες αλλά και κείμενα των Ian Jeffrey, Akiko Miki, Yuko Tanaka, Jonathan Watkins και του ίδιου του Araki. Επίσης σπουδαία είναι μια έκδοση του 2014 της Taschen με τίτλο Araki by Araki που είναι μια πολύ αντιπροσωπευτική συλλογή των φωτογραφιών του επιλεγμένη από τον ίδιο τον φωτογράφο.

Νίκος Οικονομόπουλος – Nikos Economopoulos

Νίκος Οικονομόπουλος – Nikos Economopoulos Φωτογράφος

Ο Νίκος Οικονομόπουλος γεννήθηκε στην Καλαμάτα το 1953. Σπούδασε νομικά και εργάστηκε ως δημοσιογράφος σε περιοδικά για πολλά χρόνια. Άρχισε να φωτογραφίζει το 1979 και μέχρι το 1988 ήταν φωτογράφος του σαββατοκύριακου. Τη χρονιά εκείνη παραιτήθηκε από την εφημερίδα όπου εργαζόταν για να αφιερώσει όλο του το χρόνο στη δημιουργία ενός προσωπικού φωτογραφικού έργου. Η αφορμή ήταν κυρίως ένα βιβλίο με φωτογραφίες του Henry Cartier Bresson. Έμαθε φωτογραφία αγοράζοντας και μελετώντας φωτογραφικά λευκώματα σπουδαίων φωτογράφων. Αλλά η σπουδαιότερη επιρροή είναι ο Josef Koudelka. Γνωρίζονται του κάνει κριτική για τις φωτογραφίες του και τον παροτρύνει να συνεχίσει. Τα επόμενα δύο χρόνια ταξιδεύει και φωτογραφίζει στην Ελλάδα και στην Τουρκία.

Το 1990 ψηφίζεται δόκιμο μέλος του MAGNUM χάρη σε πρόταση του Κωνσταντίνου Μάνου και αρχίζει να γίνεται γνωστός σε όλο τον κόσμο. Για την δουλειά στα Βαλκάνια βραβεύεται το 1992 με το βραβείο «Mother Jones Award» Το 1994 ψηφίζεται μόνιμο μέλος του MAGNUM και ολοκληρώνει τη δουλειά του στα Βαλκάνια. Φωτογραφίζει επίσης του τσιγγάνους στην Ελλάδα, στα πλαίσια ενός πανευρωπαϊκού project που του ανατέθηκε από τη γαλλική φιλανθρωπική οργάνωση “Federation Internationale des petits freres des Pauvres”.

Το 1995 εκδίδεται το λέυκωμα “In the Balkans” (Abrams) στην Αμερική και στην Ελλάδα με τίτλο “Βαλκάνια” (Libro). Τα χρόνια 1995-96 με ανάθεση της ΔΕΗ φωτογραφίζει τους λιγνιτωρύχους στην Ελλάδα. Φωτογραφίζει και τη μουσουλμανική μειονότητα στη Θράκη, την πόλη του Τόκιο και την γιαπωνέζικη νεολαία. Επίσης, φωτογραφίζει στο Ισραήλ, στη Μολδαβία, στα Αραβικά Εμιράτα, στην Ισπανία, στη Σερβία. Το 1997-98 φωτογραφίζει τους κατοίκους της πράσινης γραμμής στην Κύπρο, τους λαθρομετανάστες στην Ελληνοαλβανική μεθόριο, Φωτογραφίζει στη FYROM, στην Αλβανία, στην Ίμβρο, στην Κορσική, στην Ελληνοτουρκική μεθόριο, ενώ ξεκινάει το νέο το μακροχρόνιο project σχετικά με την Ελληνική διασπορά σε όλο τον τον κόσμο. Το 1999-2000 καλύπτει τη μαζική φυγή των Αλβανών από το Κόσσοβο και φωτογραφίζει στην Τσεχία, τη Γαλλία και τη Σκοτία.

Το 2000 εκδίδεται το φωτογραφικό του λεύκωμα ” Από μηχανής χορός” που περιλαμβάνει φωτογραφίες από πανηγύρια, χορευτές και μουσικούς. Παράλληλα ξεκινά ξανά να φωτογραφίζει στην Τουρκία προκειμένου να ολοκληρώσει ένα μακροχρόνιο προσωπικό έργο για τη γειτονική χώρα όπου έχει βραβευτεί και με το Abdi İpekci. Ο Νίκος Οικονομόπουλος είναι ο μοναδικός φωτογράφος από την Ελλάδα που έγινε μέλος του πρακτορείου MAGNUM. Η εξέλιξη της  δουλειάς του περιλαμβάνει και την έγχρωμη φωτογραφία , ειδικά στα workshops που διδάσκει σε όλο τον κόσμο, που είναι πλέον μια από τις κύριες ασχολίες του.

Το website που μπορείτε να ενημερωθείτε για τα workshop

https://www.ontheroad.gr/

Cuba, Havana. 2014.

Nelly’s – Έλλη Σουγιουλτζόγλου-Σεραϊδάρη

Nelly’s – Έλλη Σουγιουλτζόγλου-Σεραϊδάρη Φωτογράφος

H Έλλη Σουγιουλτζόγλου-Σεραϊδάρη γεννήθηκε στις 23 Νοεμβρίου του 1899 στο Αϊδίνι της Μικράς Ασίας και πέθανε στις 17 Αυγούστου 1998 στην Νέα Σμύρνη. Σουγιουλτζόγλου ήταν το πατρικό της ενώ το Σεραϊδάρη ήταν το επίθετο του άντρας της Άγγελου, αλλά έγινε γνωστή σαν φωτογράφος με την αγγλική υπογραφή της, “Nelly’s”. Η οικογένεια της ήταν εύπορη και παρόλο που ήρθαν πρόσφυγες στην Ελλάδα μετά την μικρασιατική καταστροφή μπόρεσαν να στείλουν εκείνη και τον αδερφό της στην Δρέσδη της Γερμανίας να σπουδάσουν ζωγραφική. Την Έλλη όμως την κέρδισε αμέσως η νέα τέχνη της Φωτογραφίας που την σπούδασε με δασκάλους τον Hugo Erfurth διάσημο πορτρετίστα και τον Franz Fiedler.

Με την επιστροφή της στην Ελλάδα άνοιξε το δικό της στούντιο φωτογραφίας στην οδό Ερμού και αμέσως τα μέλη της υψηλής κοινωνίας της Αθήνας έγιναν πελάτες της, αλλά ταυτόχρονα πρόσφυγας ή ίδια φωτογράφισε και τους πρόσφυγες στην Αθήνα μετά από παραγγελία του ιδρύματος Near East Relief. Φωτογραφίζει τις Δελφικές Εορτές που οργανώνουν η Εύα και ο Άγγελος Σικελιανός. Ταυτόχρονα κάνει τα πορτραίτα σε σημαντικές προσωπικότητες σαν τον Ελευθέριο Βενιζέλο και τον Κωστή Παλαμά. Φωτογραφίζει γυμνές πάνω στην Ακρόπολη τις Mona Paeva και Nikolska, με εξαιρετικό αισθητικό αποτέλεσμα, αλλά και ταυτόχρονα με την δημοσίευση δημιουργία θύελλας αντιδράσεων. Παραδόξως μεγάλο τμήμα του πνευματικού κόσμου τάχτηκε στο πλευρό της. Φωτογράφισε τους Ολυμπιακούς αγώνες του Βερολίνου και με την ευκαιρία έκανε μαθήματα στο στούντιο του Dr. Johanes Herzog στην Βρέμη. Το 1939 με παραγγελία της Ελληνικής Κυβέρνησης διακοσμεί με γιγαντοφωτογραφίες το ελληνικό περίπτερο στην έκθεση της Νέας Υόρκης. Παρουσιάζει πρώτη φορά μαζί πορτραίτα νεοελλήνων και νεοελληνίδων σε παράθεση με αρχαία αγάλματα σαν απόδειξη της συνέχειας της Ελληνικής φυλής , αυτή την σειρά την ονομάζει “παραλληλισμοί”.

Όταν ξεσπάει ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος η Nelly’s βρίσκεται στην Αμερική και έτσι αντί για μερικούς μήνες που ήταν ο αρχικός της προγραμματισμός θα παραμείνει εκεί για 27 χρόνια. Σημαντικές στιγμές στην καριέρα που έκανε στην Αμερική είναι το εξώφυλλο στο περιοδικό Life τον Δεκέμβριο του 40′ που τιμάει τις νίκες του ελληνικού στρατού στην Αλβανία και μια ακόμη δημοσίευση φωτογραφιών της το 1947. Η Nelly’s όσο ήταν στην Αμερική είχε το δικό της στούντιο στην 57η Οδό, μεταξύ της Πέμπτης Λεωφόρου και της Λεωφόρου Madison στη Νέα Υόρκη. Συχνές ήταν οι εκθέσεις της σε σημαντικές γκαλερί και μουσεία, όπως στην O’Tool Gallery της Νέας Υόρκης ή στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Buffalo. Φωτογραφίες της έχουν αγοράσει σπουδαία μουσεία, όπως το Metropolitan Museum.Το 1966 με τον σύζυγο της επέστρεψαν στην Ελλάδα, αλλά πρακτικά σταμάτησε να φωτογραφίζει. Το 1989 δημοσίευσε την αυτοβιογραφία της. Δώρισε το μεγαλύτερο κομμάτι του φωτογραφικού της έργου της στο Μουσείο Μπενάκη. Έχει τιμηθεί με το παράσημο του Ταξιάρχη του Φοίνικα, με βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών, ενώ εξέδωσε πολλά λευκώματα με φωτογραφίες της.

Manuel Álvarez Bravo – Μάνουελ Αλβαρέζ Μπράβο

Manuel Álvarez Bravo – Μάνουελ Αλβαρέζ Μπράβο Φωτογράφος

Ο Manuel Álvarez Bravo γεννήθηκε στις 4 Φεβρουαρίου του 1902 στην πόλη του Μεξικού και πέθανε μετά από έναν αιώνα στην ίδια πόλη που γεννήθηκε στις 19 Οκτωβρίου του 2002. Ο Manuel Álvarez Bravo είναι ο πρώτος καλλιτέχνης φωτογράφος του Μεξικού και η σημαντικότερη προσωπικότητα της φωτογραφίας σε όλη την ισπανόφωνη Αμερική. Δεν έκανε σπουδές φωτογραφίας παρόλο που παρακολούθησε μαθήματα τέχνης στην ακαδημία San Carlos. Στην φωτογραφία ήταν αυτοδίδακτος αλλά κάθε του γνωριμία με κάποιο φωτογράφο του ενίσχυε την αγάπη του αυτή. Γνώρισε τον φωτογράφο Hugo Brehme που του έμαθε αρκετά πράγματα για την φωτογραφία. Η γνωριμία του με την φωτογράφο Tina Modotti που την δουλειά της την θαύμαζε από πριν το 1927 τον έφερε σε επαφή με καλλιτεχνικούς κύκλους στην Πόλη του Μεξικού αλλά και με τον Edward Weston που του μίλησε με θερμά λόγια για τις φωτογραφίες του και τον ενθάρρυνε να συνεχίσει με μεγαλύτερη θέρμη την ενασχόληση του με την φωτογραφία.

Το 1930 η Tina Modotti απελάθηκε από το Μεξικό λόγω των πολιτικών της δραστηριοτήτων και άφησε στον Manuel Álvarez Bravo τον εξοπλισμό της και την δουλειά της στο περιοδικό Mexican Folkways. Τα επόμενα χρόνια η φήμη του εξαπλώθηκε σε όλο το κόσμο. Το 1938 συναντήθηκε με τον Γάλλο σουρεαλιστή André Breton που τον βοήθησε να κάνει την πρώτη του έκθεση σε άλλη χώρα. Μάλιστα δημιούργησε ένα εξώφυλλο για μια έκδοση των σουρεαλιστών στο Μεξικό, έκδοση που την απαγόρευσε η λογοκρισία αλλά έκανε ακόμη γνωστότερο τον Bravo. Η φωτογραφία αυτή είναι το γυμνό με τίτλο “La buena fama durmiendo”. Ο Manuel Álvarez Bravo υπήρξε σπουδαίος δάσκαλος για τις επόμενες γενιές μεξικανών φωτογράφων καθώς δίδαξε στην σχολή Escuela Central de Artes Plásticas που τώρα είναι η σχολή καλών τεχνών του Μεξικού, National School of Arts (UNAM). Ενώ την δεκαετία του 60′ δίδαξε στην σχολή Centro Universitario de Estudios Cinematográficos από την οποία έχουν αποφοιτήσει οι σημαντικότεροι Μεξικανοί σκηνοθέτες.

Ο Manuel Álvarez Bravo έχει βραβευτεί με πολλά σημαντικά βραβεία. Ανάμεσα τους έχει τιμηθεί με το Elias Sourasky Arts Prize το 1974, το Premio Nacional de Arte και με υποτροφία του ιδρύματος Guggenheim το 1975, το Ordre des Arts et des Lettres από την Γαλλία το 1982, το Hasselblad Award στην Σουηδία το 1984, Master of Photography Prize από το ICP το 1987, Hugo Erfurth International Photography Award και το βραβείο Agfa Gevaert το 1991, Gold Medal Award από το National Arts Club στη Νέα Υόρκη και το Leica Medal of Excellence στη Γερμανία το 1995 για να αναφέρω μερικά μόνο. Όσο ήταν ακόμη στη ζωή έχει εκθέσει φωτογραφίες του σε πάνω από 150 ατομικές εκθέσεις, ενώ έχει συμμετάσχει σε πάνω από 200 ομαδικές. Είχε συμμετοχή από την περίφημη έκθεση του MoMA του 1955 ” The Family of Man”, μέχρι ατομική έκθεση στο Museum of Modern Art στην Νέα Υόρκη το 1971, αλλά και ατομική έκθεση στην απαγορευμένη πόλη στο Πεκίνο το 2001.

Man Ray – Μαν Ρέι

Man Ray – Μαν Ρέι φωτογράφος

Αυτοπορτραίτο του Man Ray με την τεχνική σολαριζασιόν

O Man Ray γεννήθηκε στις 27 Αυγούστου του 1890 στην Φιλαδέλφεια των ΗΠΑ από γονείς ρώσους μετανάστες. Το Man Ray είναι καλλιτεχνικό του ψευδώνυμο, το πραγματικό του όνομα του ήταν Emmanuel Radnitzky. Το ενδιαφέρον του για την τέχνη ξεκίνησε από πολύ νωρίς και γι’αυτό το λόγο παρακολούθησε μαθήματα ζωγραφικής την περίοδο 1909-1911. Το 1915 πραγματοποιεί την πρώτη του ατομική έκθεση ζωγραφικής, στη Νέα Υόρκη. Αυτό το γεγονός ήταν η αφορμή ώστε να ασχοληθεί με τη φωτογραφία, καθώς φωτογραφίζει ο ίδιος τα έργα του για την δημιουργία καταλόγου. Από εκείνη τη στιγμή, ο Μαν Ραίη αφοσιώνεται στην φωτογραφία και οι πρώτες σημαντικές φωτογραφίες του παρουσιάζονται το 1918. Παράλληλα ο Man Ray μαζί με τον Marcel Duchamp, τον Francis-Marie Martinez de Picabia και άλλους προσπαθούν να οργανώσουν ένα αντίστοιχο ντανταϊστικό ρεύμα στην τέχνη στην Αμερική, παράλληλα και ακριβώς την ίδια περίοδο που ο ντανταϊσμός σημειώνει άνθιση στην Ευρώπη. Μάλιστα κυκλοφόρησαν και ένα περιοδικό που έβγαλε ένα και μοναδικό τεύχος το New York Dada το 1920. Μετά από αυτή την προσπάθεια ο Man Ray αποφάσισε ότι τα μοντέρνα κινήματα στην τέχνη δεν υπάρχει δυνατότητα να αναπτυχθούν στην Αμερική και έτσι αποφασίζει να μεταναστεύσει στο κέντρο της μοντέρνας τέχνης το Παρίσι το 1921.

Ακολούθησε η πιο δημιουργική του περίοδος που είναι βέβαια συνδεδεμένη με την φωτογραφία και διάφορες τεχνικές στον σκοτεινό θάλαμο. Το πρώτο διάστημα ασχολήθηκε με τα φωτογράμματα . Μάλιστα δίνει σε αυτή την τεχνική το δικό του όνομα, Ραιηο-γραφίες (rayographies). Βέβαια ο Man Ray δεν είναι ο πρώτος που έκανε φωτογράμματα στον σκοτεινό θάλαμο, όμως ήταν ο πρώτος που τα χρησιμοποίησε συνειδητά για την δημιουργία μέρους του καλλιτεχνικού του έργου. Ο Man Ray ανήκε στην πρώτη μικρή ομάδα των υπερρεαλιστών και μάλιστα συμμετείχε και στην πρώτη έκθεση το 1925 μαζί με τους Μαξ Ερνστ, Χουάν Μιρό, Πάμπλο Πικάσσο και Ζαν Αρπ που πραγματοποιήθηκε στο Παρίσι. Ενώ επίσης χαρακτηριστικό είναι ότι δική του φωτογραφία βρισκόταν στο εξώφυλλο στο τελευταίο τεύχος του  σουρεαλιστικού περιοδικού  Littérature που έβγαζαν οι υπερρεαλιστές (σουρεαλιστές) υπό την διεύθυνση του Αντρέ Μπρετόν. Παράλληλα ο Man Ray βιοπορίζεται με την φωτογραφία κάνοντας πορτραίτα, διαφημιστική φωτογραφία και φωτογραφία μόδας. Για τις ανάγκες του φωτογραφικού του στούντιο απασχολούσε και προσωπικό. Ανάμεσα στους βοηθούς του υπήρξαν η Berenice Abbott , η Elisabeth (Lee) Miller και ο Bill Brandt. H Berenice Abbott ανακάλυψε και διέσωσε το φωτογραφικό έργο του Eugène Atget όσο διάστημα ήταν βοηθός του Man Ray.

Την περίοδο που ήταν βοηθός του η Lee Miller, ο Man Ray άρχισε να ασχολείται με μια ακόμη τεχνική του σκοτεινού θαλάμου, το σολαριζασιόν (solarization). Αρκετοί ιστορικοί ισχυρίζονται ότι είναι μια τεχνική που ανακάλυψε η Lee Miller τυχαία όταν άναψε το φως στον σκοτεινό θάλαμο όταν ένιωσε ένα ποντίκι ανάμεσα στα πόδια της και αυτό έδωσε έμπνευση  στον Man Ray να εξελίξει την τεχνική. Όμως και αυτή η τεχνική ήταν γνωστή σαν φαινόμενο Sabatier που συμβαίνει τη στιγμή που το φωτογραφικό χαρτί βρίσκεται στον εμφανιστή και ανάψει το φως στον σκοτεινό θάλαμο. Έτσι μπορεί τυχαία να έκανε κάτι τέτοιο η Lee Miller, αλλά σημασία είναι ότι άρεσε το αποτέλεσμα στον Man Ray που πειραματίστηκε τόσο ώστε να το προτείνει σαν ξεχωριστή καλλιτεχνική πρακτική. Άλλωστε τα τέσσερα χρόνια που ήταν βοηθός του η Lee Miller ήταν και μαθήτρια του και ερωμένη του, ενώ έμειναν στενοί φίλοι για όλη τη ζωή τους. Παράλληλα με τις υπερρεαλιστικές φωτογραφίες του, τις τεχνικές και τις φωτογραφίες παράξενων αντικειμένων το έργο του Man Ray περιλαμβάνει και μια πληθώρα πορτρέτων, συμπεριλαμβανομένων και γνωστών καλλιτεχνών όπως του Ζαν Κοκτώ, του Ανρί Ματίς καθώς και της παρέας των υπερρεαλιστών Αντρέ Μπρετόν, Τριστάν Τζαρά, Μαρσέλ Ντυσάν (που είχαν μια μεγαλύτερη φιλία), Μαξ Ερνστ και άλλων. Σε μεγάλη ηλικία επέστρεψε στις Ηνωμένες πολιτείες όπου έζησε στην Καλιφόρνια για κάποια χρόνια, ενώ επέστρεψε πάλι στο Παρίσι όπου και πέθανε στις 18 Νοεμβρίου του 1976.

Ο Δημήτρης Ασιθιανάκης είναι φωτογράφος, δάσκαλος φωτογραφίας και πρόεδρος του Fotoart. Μπορείτε να τον βρείτε στο Facebook Dimitrios Asithianakis

Lucien Clergue – Λουσιέν Κλέργκ

Lucien Clergue – Λουσιέν Κλέργκ Φωτογράφος

Ο Lucien Clergue γεννήθηκε στις 14 Αυγούστου του 1934 στην πόλη Arles στη Γαλλία και πέθανε σε μια άλλη γαλλική πόλη την Nιμ στις 15 Νοεμβρίου του 2014. Ένας ορφανός πιτσιρίκος από μια λαϊκή οικογένεια που εξελίχθηκε στην πιο σημαντική προσωπικότητα της φωτογραφίας στην Γαλλία και το λέω μετά λόγου γνώσεως μιας και στην Γαλλία είχαμε αρκετούς από τους πρωτοπόρους της φωτογραφίας. Με την φωτογραφία άρχισε να ασχολείται στα 15 του το 1949 χάρη στην μητέρα του που του χάρισε μια φωτογραφική μηχανή, η φωτογραφία άρχισε να τον απασχολεί παράλληλα με τα μαθήματα στο βιολί. Είχε την τύχη σε μικρή ηλικία να γνωρίσει σπουδαίους ανθρώπους που αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης για τον Lucien.

Ένας από αυτούς ήταν ο Pablo Picasso που γνωρίστηκαν στην Αρένα της Arles το 1953. Ο ήδη διάσημος Picasso έκανε κριτική στη δουλειά του νεαρού φωτογράφου που του άρεσε και τον κάλεσε να τον επισκεφτεί στο σπίτι του σε ένα χρόνο να του δείξει ότι καινούργιο θα αποφάσιζε να κάνει. Ο Lucien Clergue επηρεασμένος από το έργο του Picasso δημιούργησε στα ερείπια της Arles τους “Σαλτιμπάγκους” (Les Saltimbanques). Αυτή τη δουλειά έδειξε στον Picasso στο σπίτι του στις Κάννες σε ενάμιση και όχι σε ένα χρόνο το 1955. Αυτό ήταν το ξεκίνημα μιας θερμής φιλίας που κράτησε μέχρι το θάνατο του μεγάλου ζωγράφου το 1973. Τόσο στενής που ο Picasso βάπτισε την δεύτερη κόρη του Lucien Clergue.

Σαν να τον άγγιξε ένα μαγικό ραβδάκι από εκεί και πέρα η φωτογραφική καριέρα του ήταν ανοδική και εντελώς ξεχωριστή. Το 1955 ξεκινάει την σειρά με τα νεκρά πουλιά και ζώα. Το 1956 γνωρίζει τον Jean Cocteau σπουδαίο φίλο και πηγή έμπνευσης, ενώ ξεκινάει την φωτογράφιση των πρώτων γυμνών στις παραλίες της Camargue. Εκδίδει το πρώτο βιβλίο με φωτογραφίες και κάνει την πρώτη του έκθεση στο Kunstgewerbemuseum στη Ζυρίχη. Γνωρίζει τον Edward Steichen που του αγοράζει μερικές φωτογραφίες για το MoMA και αργότερα τον προσκαλεί να συμμετάσχει σε ομαδική έκθεση με τους Bill Brandt και Yasuhiro Ishimoto. Το 1962 ταξιδεύει στην Μπραζίλια της Βραζιλίας μετά από πρόσκληση του μεγάλου μοντερνιστή αρχιτέκτονα Oscar Niemeyer. Δημοσιεύει τα γυμνά Naissances d’Aphrodite, έργο για το οποίο ο Cocteau είπε ότι ο Lucien Clergue είναι ο μοναδικός μάρτυρας στη γέννηση της Αφροδίτης. Το 1969 γίνεται καλλιτεχνικός διευθυντής στο φεστιβάλ της Arles και το 1970 μαζί με τους Jean-Maurice Rouquette και Michel Tournier δημιουργεί το σπουδαιότερο φεστιβάλ της Φωτογραφίας το Rencontres Internationales de la Photographie στην αγαπημένη του πόλη. Το 1971 για τις ανάγκες του φαστιβάλ ταξιδεύει σε 55 μέρες σχεδόν σε όλο τον κόσμο με σκοπό να γνωρίσει από κοντά σπουδαίους φωτογράφους και να τους προσκαλέσει στο φεστιβάλ. Γνωρίζει και γίνεται φίλος με όλους τους σπουδαίους φωτογράφους του καιρού του.

Το 1975 ξεκινάει τα περίφημα αστικά γυμνά του ανάμεσα τους και τα zebra nudes. Παίρνει αλλεπάλληλα βραβεία και τιμάται όσο λίγοι φωτογράφοι εν ζωή. Παίζει σπουδαίο ρόλο στην ίδρυση εξαιρετικών σχολών φωτογραφίας στην Γαλλία ενώ τον καλούν να διδάξει σε πάμπολλα ξένα πανεπιστήμια σε όλο τον κόσμο. Το 2013 γίνεται πρόεδρος της Γαλλικής Ακαδημίας Τεχνών. Μια γεμάτη ζωή και μια καριέρα στην φωτογραφία που έκλεισε με τον καλύτερο τρόπο. Ένας άνθρωπος και φωτογράφος που αποτέλεσε ο ίδιος και το έργο του πηγή έμπνευσης και άνοιξε το δρόμο σε πάρα πολλούς νέους φωτογράφους, ενώ φρόντισε να τιμηθούν όπως τους άξιζε αρκετοί από τους παλιούς.

Josef Koudelka – Γιόζεφ Κουντέλκα

Josef Koudelka – Γιόζεφ Κουντέλκα Φωτογράφος

O Josef Koudelka γεννήθηκε στις 10 Ιανουαρίου του 1938 στην Τσεχοσλοβακία. Φωτογράφιζε από μικρός με την οικογενειακή φωτογραφική μηχανή, ενώ συνέχισε να φωτογραφίζει παράλληλα με τις σπουδές του σας μηχανικός και την δουλειά του σαν αεροναυπηγός. Τα πρώτα νεανικά του χρόνια ασχολήθηκε με την φωτογράφιση θεατρικών παραστάσεων πράγμα που του έδωσε αρκετές παραγγελίες ώστε να αποφασίσει να παραιτηθεί από την δουλειά του σαν μηχανικός το 1967 και να γίνει φωτογράφος πλήρους απασχόλησης. Αυτό του έδωσε χρόνο να ασχοληθεί και με θέματα που τον ενδιέφεραν όπως η φωτογράφιση των κοινοτήτων των Τσιγγάνων στην Τσεχοσλοβακία και σε γειτονικές χώρες. Είχε μόλις γυρίσει από ένα ταξίδι στην Ρουμανία για να φωτογραφίσει Τσιγγάνους όταν έγινε η Σοβιετική εισβολή στην Πράγμα τον Αύγουστο του 1968. Ο Koudelka φωτογράφισε την εισβολή και την αντίσταση των Τσεχοσλοβάκων. Οι φωτογραφίες του φυγαδεύτηκαν στην δύση όπου δημοσιεύθηκαν στον δυτικό τύπο με το όνομα P.P. (Prague Photographer). To 1969 ο ανώνυμος Τσέχος φωτογράφος κέρδισε το βραβείο Overseas Press Club’s Robert Capa Gold Medal για τις φωτογραφίες του που απαιτούσαν εξαιρετικό θάρρος.

Χάρη σε αυτές τις φωτογραφίες το 1970 εξασφάλισε μια τρίμηνη βίζα εργασίας για την Μεγάλη Βρετανία, όπου αμέσως ζήτησε πολιτικό άσυλο, ενώ το 1971 έγινε μέλος του πρακτορείου Magnum και έγινε φίλος με τον Henri Cartier-Bresson που στήριξε τον ίδιο και έργο του. Ένα έργο σπουδαίο που πρόσφερε στον Josef Koudelka παγκόσμια αναγνώριση και πολλά βραβεία. Ο ίδιος έζησε σαν νομάδας χωρίς καλά-καλά να έχει σταθερό σπίτι (είναι χαρακτηριστικό ότι δεν έχει αποκτήσει ποτέ του αυτοκίνητο, τηλεόραση και υπολογιστή). Σπουδαίοι σταθμοί για την σπουδαία τέχνη του Josef Koudelka ήταν η δημοσίευση των φωτογραφικών λευκωμάτων Gypsies (1975) και Exiles (1988) που τον καθιέρωσαν σαν έναν από τους σημαντικότερους φωτογράφους του 20ου αιώνα. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα ο Koudelka να είναι ιδιαίτερα αγαπητός ιδιαίτερα στους νέους φωτογράφους και να τους εμπνέει με το έργο του. Από το 1986 ξεκίνησε να χρησιμοποιεί πανοραμικές φωτογραφικές μηχανές και υιοθέτησε ένα πολύ διαφορετικό φωτογραφικό στυλ που αποτυπώθηκε στο λεύκωμα Chaos (1999). Το 1987 απόκτησε την Γαλλική υπηκοότητα ενώ το 1990 μπόρεσε μετά από 20 χρόνια να ταξιδέψει πάλι και να φωτογραφίσει στην Τσεχοσλοβακία.

Ο Josef Koudelka είναι πολύ αγαπητός και στην Ελλάδα όπου έχει έρθει αρκετές φορές. Σε αυτό έπαιξε ρόλο και το ότι έχει τραβήξει φωτογραφίες στην διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας του Θόδωρου Αγγελόπουλου “Το Βλέμμα του Οδυσσέα” (ανάθεση του Γάλλου συμπαραγωγού), πράγμα που του έδωσε ακόμη μεγαλύτερη δημοσιότητα. Ο Josef Koudelka συνεχίζει να είναι ενεργός μέχρι μεγάλη ηλικία και να μας εκπλήσσει με τις δημιουργίες του.

Η πρώτη και μεγαλύτερη περίοδος του έργου ήταν αφιερωμένη ολοκληρωτικά στον άνθρωπο. Πολλές φορές οι άνθρωποι στις φωτογραφίες του μοιάζουν να είναι ήρωες παραμυθιών. Η ερημιά, η απόρριψη, η φυγή, η απελπισία και η αποξένωση είναι θέματα που διαπερνούν όλο του το έργο. Στο μεταγενέστερο έργο του με τα πανοραμικά τοπία του που απουσιάζουν συνήθως οι άνθρωποι (αλλά υπάρχουν τα ανθρώπινα έργα), στην ουσία ο Josef Koudelka συνεχίζει να ασχολείται με τα ίδια θέματα, από άλλη σκοπιά.

Ο Δημήτρης Ασιθιανάκης είναι φωτογράφος, δάσκαλος φωτογραφίας και πρόεδρος του Fotoart. Μπορείτε να τον βρείτε στο Facebook Dimitrios Asithianakis. Για τα μαθήματα του fotoart μπορείτε να ρωτήσετε  και στο τηλέφωνο 6944303397

Henri Cartier-Bresson – Ανρί Καρτιέ Μπρεσόν

Henri Cartier-Bresson – Ανρί Καρτιέ Μπρεσόν Φωτογράφος

O Henri Cartier-Bresson γεννήθηκε στις 22 Αυγούστου του 1908 στην κοινότητα Chanteloup-en-Brie της Γαλλίας και πέθανε στην κοινότητα Céreste της Γαλλίας στις 3 Αυγούστου του 1984. Γόνος μιας από τις πλουσιότερες οικογένειες της Γαλλίας ο νεαρός Henri Cartier-Bresson είχε και την ανάλογη μόρφωση. Φωτογραφία ξεκίνησε από πολύ μικρός με μια Kodak Brownie στην αρχή και μια View Camera στην συνέχεια. Τα μαθήματα ζωγραφικής που έκανε με τον θείο του τον οδήγησαν να σπουδάσει ζωγραφική. Ανήκε στον πρώτο κύκλο των σουρεαλιστών ζωγράφων αλλά μην έχοντας καμία εκτίμηση στα έργα του τα περισσότερα τα κατέστρεφε. Μετά από σπουδές αγγλικής φιλολογίας στην Αγγλία και ένα χρόνο στην ακτή Ελεφαντοστού όπου ασχολήθηκε με το κυνήγι επιστρέφει στην Γαλλία και αποφασίζει το 1931 να επικεντρωθεί στην φωτογραφία χάρη σε μια φωτογραφία του Martin Munkácsi που είδε δημοσιευμένη στο περιοδικό τέχνης Arts et Métiers Graphiques.

Το 1932 αγοράζει την πρώτη του Leica και με φίλους ταξιδεύει στην Ευρώπη φωτογραφίζοντας. Δημοσιεύσει τις πρώτες του φωτογραφίες στα περιοδικά Voilà και Photographies. Ταξιδεύει στο Μεξικό όπου γνωρίζει τον Manuel Alvarez Bravo και κάνουν μια κοινή έκθεση στο Palacio de Bellas Artes και ένα μήνα αργότερα στην Julien Levy Gallery στην Νέα Υόρκη οι δύο τους μαζί με τον Walker Evans. To 1940 ενώ έχει καταταγεί στον Γαλλικό στρατό συλλαμβάνεται από τους Γερμανούς τον Ιούνιο και κρατείται σε διάφορα στρατόπεδα αιχμαλώτων. Μετά από τρεις αποτυχημένες αποδράσεις καταφέρνει να αποδράσει τον Φεβρουάριο του 1943 και συμμετέχει στην Γαλλική αντίσταση μέχρι το τέλος του πολέμου. Μετά το τέλος του πολέμου το 1946-47 πηγαίνει στην Αμερική όπου η συνεργασία του με το Harper’s Bazaar είναι καταστρεπτική καθώς δεν καταφέρνει να καθοδηγήσει σωστά ούτε μια φωτογράφιση με μοντέλα. Ταξιδεύει όμως για αρκετό διάστημα με τον κριτικό John Malcolm Brinnin και φωτογραφίζει πορτραίτα καλλιτεχνών από όλους τους χώρους.

Με την επιστροφή του στη Γαλλία to 1947 ιδρύουν μαζί με τους Robert Capa, David Seymour (Chim), William Vandivert, και George Rodger το συνεργατικό φωτογραφικό πρακτορείο Magnum Photos. Για τα επόμενα τρία χρόνια φωτογραφίζει στην Άπω Ανατολή. Το 1952 δημοσιεύεται το πρώτο του φωτογραφικό λεύκωμα από τον εκδότηTeriade (ο με ελληνική καταγωγή Στρατής Ελευθεριάδης) με τίτλο Images à la Sauvette και εξώφυλλο όχι φωτογραφία, αλλά έργο του Matisse. Στην αγγλική έκδοση ο τίτλος γίνεται “The decisive moment”, “Η αποφασιστική στιγμή”. Για τα επόμενα παραπάνω από 20 χρόνια μέχρι το 1974 που σταματάει την φωτογραφία και επιστρέφει στην ζωγραφική φωτογραφίζει για τα σπουδαιότερα έντυπα του κόσμου, τα σημαντικότερα θέματα και κάνει τα πορτραίτα σημαντικών προσωπικοτήτων. Η παρακαταθήκη του στην φωτογραφία τεράστια.

Είναι ο πατριάρχης της φωτογραφίας δρόμου και ο πατέρας της “αποφασιστικής στιγμής”, ενώ σημαντική είναι η συνεισφορά του στην χρήση μικρών φωτογραφικών μηχανών. Κάποιες άλλες όμως εμμονές του θα μου επιτρέψετε να τις αμφισβητήσω. Ας πούμε την επιμονή του στη χρήση μόνο νορμάλ φακού (50mm), παρόλο που ο ίδιος είχε χρησιμοποιήσει ευρυγώνιους και μικρούς τηλεφακούς. Επίσης η εμμονή του στην παρουσίαση ολόκληρου του αρχικού κάδρου που τράβηξε ο φωτογράφος χωρίς περικοπές. Αλλά αυτά δεν έχουν τόσο σημασία. Σημασία έχει το τόσο σπουδαίο έργο του και ταυτόχρονα χάρη στη σπουδαία προσωπικότητα του η προώθηση της φωτογραφίας και η ανάπτυξη της κατά την διάρκεια του 20ου αιώνα.

Helmut Newton – Χέλμουτ Νιούτον

Helmut Newton – Χέλμουτ Νιούτον  – Φωτογράφος

O Helmut Neustädter όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, γεννήθηκε στις 31 Οκτωβρίου του 1920 στο Βερολίνο και πέθανε στις 23 Ιανουαρίου του 2004 στο Λος Άντζελες στην Καλιφόρνια των ΗΠΑ. Ξεκίνησε να φωτογραφίζει από τα 12 του που του έκανε δώρο μια φωτογραφική μηχανή ο πατέρας του, ενώ στα ήδη στα 16 του γίνεται βοηθός της πολύ γνωστής Γερμανίδας φωτογράφου Yva (Elsie Neuländer Simon) που τότε ήταν 36 χρόνων. Η οικογένεια του όμως αποφασίζει να μεταναστεύσει στην Χιλή πριν τα πράγματα γίνουν χειρότερα για τους Εβραίους στην Γερμανία. Ο Helmut μένει για μερικούς μήνες μόνος του πίσω μέχρι να κλείσει τα 18.

Για το καράβι που τον πήγαινε στην Χιλή έχει τις καλύτερες αναμνήσεις “… Αυτό το πλοίο ήταν για εμάς παράδεισος. Κάθε απόγευμα χορεύαμε, πίναμε, ικανοποιούσαμε τα σεξουαλικά μας απωθημένα. Προσέγγιζα πάντα τις μεγαλύτερες γυναίκες. Με γοήτευαν η λάμψη τους, η εξυπνάδα τους και η σεξουαλικότητα που εξέπεμπαν…”. Δεν ολοκληρώνει ποτέ το ταξίδι, αλλά αποβιβάζεται στη Σιγκαπούρη. Θα εργαστεί ως φωτορεπόρτερ στη «Singapore Straits Times» και ως φωτογράφος πορτρέτων. Πολύ γρήγορα στην Σιγκαπούρη έρχεται ο πόλεμος. Πάλι ο Helmut Neustädter μεταναστεύει στην Αυστραλία όπου δουλεύει σαν γεωργός, λίγο μετά κατατάσσεται στον Αυστραλιανό στρατό και το 1946 πολιτογραφείται σαν Αυστραλός με το καινούργιο του όνομα, Helmut Newton.

Το 1946 ανοίγει το στούντιο του στο εμπορικό Flinders Lane της Μελβούρνης. Ασχολείται κυρίως με την μόδα και το πορτραίτο. Το 1953 πραγματοποιεί την πρώτη του έκθεση μαζί με τον Αυστραλό φωτογράφο Wolfgang Sievers. Λίγα χρόνια αργότερα θα συνεργαστεί με τον Henry Talbot και το στούντιο θα μετονομαστεί σε “Helmut Newton and Henry Talbot”. Η επαγγελματική και φιλική τους σχέση θα συνεχιστεί και μετά το 1957, όταν ο Newton θα φύγει για το Λονδίνο με ετήσιο συμβόλαιο με την αγγλική «Vogue». Προτού ολοκληρωθεί ο χρόνος πηγαίνει στο Παρίσι όπου θα δουλέψει για γαλλικά και γερμανικά περιοδικά. Σύντομα θα επιστρέψει στην Αυστραλία με ένα συμβόλαιο στην αυστραλιανή «Vogue» και μετά πάλι πίσω στο Παρίσι το 1961 όπου θα συνεχίσει τη δουλειά του ως φωτογράφος μόδας.

Ήδη η δουλειά του είναι ξεχωριστή. Φέρνει ένα πολύ διαφορετικό φωτογραφικό στυλ στην μόδα που δεν έχει καμία σχέση με την άτυπη “σχολή της Νέας Υόρκης” (κυρίως τους μαθητές του Alexey Brodovitch). Το στυλ του είναι πιο σαφέστατα πιο προκλητικό, συμπεριλαμβάνει συμβολισμούς λιγότερο ή περισσότερο κρυμμένους συνήθως αμφιλεγόμενους, μιας και οι φωτογραφίες του παίζουν με την με στοιχεία σαδομαζοχιστικά, φετιχιστικά και γενικά με την σεξουαλικότητα, όμως χωρίς στερεότυπα ή σεμνοτυφίες, οπότε και μόνο για αυτό τον θεωρώ πρωτοπόρο που έχει επηρεάσει και έχει αντιγραφεί όσο λίγοι στην ιστορία της φωτογραφίας. Έχει κατηγορηθεί πολλές φορές σαν πορνογράφος, όμως προσωπικά πιστεύω ότι ήταν ένας πολύ τολμηρός ποιητής της εικόνας και για αυτό άλλωστε τον κατατάσσω στους 30 σπουδαιότερους φωτογράφους.

Garry Winogrand – Γκάρι Γουίνογκραντ

Garry Winogrand – Γκάρι Γουίνογκραντ – Φωτογράφος

Ο Garry Winogrand γεννήθηκε στις 14 Ιανουαρίου του 1928 στην Νέα Υόρκη και πέθανε στις 19 Μαρτίου του 1984 στην Τιχουάνα του Μεξικού. Τέλειωσε το γυμνάσιο το 1946. Μετά από ένα διάστημα στην πολεμική αεροπορία των ΗΠΑ, σπούδασε ζωγραφική στο City College of New York και μετά ζωγραφική και φωτογραφία στο πανεπιστήμιο Κολούμπια της Νέας Υόρκης. Παρακολούθησε επίσης μαθήματα φωτορεπορτάζ που δίδασκε ο Alexey Brodovitch στη σχολή The New School for Social Research στην Νέα Υόρκη το 1951. Ξεκίνησε να δουλεύει σαν ελεύθερος επαγγελματίας φωτογράφος και φωτογράφος διαφημιστικής φωτογραφίας την δεκαετία του 50′. Δύο φωτογραφίες του περιλήφθησαν στην περίφημη έκθεση του MoMΑ “The family of Man” το 1955. Την πρώτη του ατομική έκθεση την έκανε στην Image Gallery της Νέας Υόρκης το 1959. Η πρώτη αξιόλογη έκθεση του έγινε το 1963 με τίτλο Five Unrelated Photographers στο MoMA της Νέας Υόρκης μαζί με τους Minor White, George Krause, Jerome Liebling και Ken Heyman.

Το 1964 πήρε την πρώτη του υποτροφία από το ίδρυμα Guggenheim. Το 1966 συμμετείχε σε ομαδική έκθεση στο George Eastman House στο Rochester της Νέας Υόρκης μαζί με τους Lee Friedlander, Duane Michals, Bruce Davidson και τον Danny Lyon. Όμως αυτό που πραγματικά ανέβασε την δημοτικότητα του στα ύψη και καθόρισε σε μεγάλο βαθμό της συνέχεια της πορείας του στην φωτογραφία ήταν η έκθεση ” New Documents” πάλι στο MoMA μαζί με την Diane Arbus και τον Lee Friedlander, σε επιμέλεια του John Szarkowski, που αποτέλεσε σταθμό στην αμερικάνικη φωτογραφία. Οι φωτογραφίες που τράβηξε από τον ζωολογικό κήπο στο Bronx και στο ενυδρείο στο Coney Island, αποτέλεσαν το πρώτο του φωτογραφικό λεύκωμα με τίτλο “Animals”που εκδόθηκε το 1969. Την ίδια χρονιά πήρε την δεύτερη υποτροφία Guggenheim και την χρησιμοποίησε κυρίως για να φωτογραφίσει δημόσια γεγονότα πράγμα που οδήγησε στο δεύτερο φωτογραφικό του λεύκωμα και μια ατομική έκθεση στο MoMA με τον ίδιο τίτλο ” Public Relations” το 1977.

Την δεκαετία του 70′ ο Garry Winogrand ξεκίνησε να διδάσκει πρώτα σε πανεπιστημιακές σχολές στην Νέα Υόρκη, μετά στο Chicago το 1971 που δίδαξε φωτογραφία στο Institute of Design και στο Illinois Institute of Technology και στο Τέξας που δίδαξε στο University of Austin από το 1973 μέχρι το 1978. Μόνο στο Λος Άντζελες που μετακόμισε το 1978 τράβηξε 8,522 ρολά φιλμ. Το 1979 πήρε την τρίτη του υποτροφία Guggenheim και την αξιοποίησε σε φωτογραφικά ταξίδια στις νοτιοδυτικές ΗΠΑ. Ο John Szarkowski διευθυντής του φωτογραφικού τμήματος του MoMA είχε χαρακτηρίσει τον Winogrand σαν τον σπουδαιότερο φωτογράφο της γενιάς του. Ο Winogrand διαγνώστηκε με καρκίνο της χοληδόχου κύστης την 1η Φεβρουαρίου 1984 και πήγε αμέσως σε κλινική στη Τιχουάνα για να αναζητήσει εναλλακτική θεραπεία όμως πέθανε σε λίγες μέρες σε ηλικία 56 ετών. Όταν πέθανε άφησε ένα πολύ μεγάλο αριθμό από τραβηγμένα ανεμφάνιστα φιλμ (πάνω από 2500), πάνω από 6500 φιλμ που ήταν εμφανισμένα αλλά δεν είχαν γίνει ούτε εξ επαφής εκτυπώσεις και μόνο γύρω στις 3000 φιλμ που απλώς είχε κάνει τα κοντάκτ και όλα αυτά μόνο από το πιο πρόσφατο έργο του. Ο Garry Winogrand είχε πει το περίφημο “φωτογραφίζω για να δω πως είναι ο κόσμος φωτογραφημένος” και ότι ευχαριστιόταν τη στιγμή που πατούσε το κουμπί της φωτογραφικής μηχανής.